Με πρωτοβουλία του Συλλόγου Απανταχού Πελετιωτών «Οι Άγιοι Απόστολοι», το καλοκαίρι του 2014 εκδόθηκε το λεύκωμα «Μαγειρεύοντας στα Πελετά», στο οποίο οι κάτοικοι του χωριού μαγείρεψαν φαγητά χρησιμοποιώντας πρώτες ύλες που μπορεί να προσφέρει ο πελετιώτικος κάμπος. Το λεύκωμα αγαπήθηκε τόσο από τους κατοίκους του χωριού όσο και από τους κατοίκους των παρακείμενων περιοχών.

 

  • Το εξώφυλλο του λευκώματος «Μαγειρεύοντας στα Πελετά».
Η μαγειρική συγκαταλέγεται ανάμεσα στους τομείς εκείνους της καθημερινής ζωής των ανθρώπων, οι οποίοι φανερώνουν τις όψεις του λαϊκού πολιτισμού. Μαγειρικά σκεύη, εργαλεία και παντός είδους άλλες τεχνικές φανερώνουν το τεχνολογικό επίπεδο και τις ικανότητες της κάθε κοινότητας να εξυπηρετεί και να καλύπτει τις ανάγκες της, τόσο σε εύκολες όσο και σε δύσκολες εποχές. Η γαστρονομία βοηθά κατά αυτόν τον τρόπο στην ανάδειξη τόσο της συνδυαστικότητας όσο και της επινοητικότητας των ανθρώπων.

 

Επιπλέον, μέσω της γαστρονομίας έχουμε τη δυνατότητα να κατανοήσουμε και να εκτιμήσουμε το τεχνολογικό επίπεδο της εξεταζόμενης περιόδου. Οι πετρόκτιστοι φούρνοι στις αυλές των οικιών απαιτούσαν ιδιαίτερη μεταχείριση που μόνο οι πεπειραμένοι είχαν την ικανότητα να αξιοποιήσουν. Ελλείψει των σύγχρονων μέσων, γυναίκες και άντρες χρησιμοποιούσαν τους φούρνους αυτούς για να παρασκευάσουν φαγητά, όπως είναι τα μαγειρευτά και τα γλυκά. Επίσης, το τεχνολογικό επίπεδο της κοινωνίας φαίνεται και μέσα από τα οικιακά σκεύη που χρησιμοποιούνταν, για την παρασκευή, φύλαξη και διατήρηση των τροφίμων.
  • Η επιμελήτρια του λευκώματος Μαργαρίτα Μπότσιου παρουσιάζει τον οδηγό μαγειρικής.

 

  • Στιγμιότυπο από την παρουσίαση του λευκώματος μαγειρικής στον προαύλιο χώρο του ιερού ναού των Αγίων Αποστόλων.
Το συγκεκριμένο λεύκωμα αποτελεί μία καταγραφή των παραδοσιακών συνταγών της κοινότητας Πελετών, της επαρχίας Κυνουρίας του Νομού Αρκαδίας. Το χωριό που ιδρύθηκε τα πρώτα έτη μετά την ευόδωση του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του 1821 παρουσιάζει μία πλούσια γαστρονομική παράδοση, με τοπικές συνταγές και γλυκά που δημιουργήθηκαν έχοντας ως βάση τις πρώτες ύλες με τις οποίες είχαν την ευκαιρία οι κάτοικοι να τραφούν. Σαλάτες, ορεκτικά, κυρίως πιάτα και γλυκά αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του παραδοσιακού πελετιώτικου τραπεζιού. 

 

Συνεπώς, σε μία πρώτη ανάγνωση, το παρόν λεύκωμα αποτελεί ένα χρηστικό οδηγό μαγειρικής. Ωστόσο, σε μία δεύτερη ανάγνωση, μας παρουσιάζει το ίδιο το παρελθόν του χωριού προσφέροντάς μας μία διαφορετική θέαση της ιστορίας και της εξέλιξης του τόπου και των ανθρώπων του μέσα στο χρόνο.

 

 

Το μυθιστόρημα «Φωτεινή, όπως φως», είναι το δεύτερο βιβλίο της κ. Μαίρης Παναγιώτου, το οποίο βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα και αποτελεί μια μυθιστορηματική αναδιήγηση της ζωής της Δέσποινας Ρουμελιώτη.

  

  • Η αίθουσας του Δημοτικού Σχολείου Πελετών για τις ανάγκες παρουσίασης του μυθιστορήματος «Φωτεινή, όπως φως».
Μέσα από τις σελίδες του μυθιστορήματος ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει την ιστορία μίας νεαρής δασκάλας, της Φωτεινής, της οποίας η ζωή θα αλλάξει άρδην με τη Μικρασιατική Καταστροφή ακολουθώντας τον πικρό δρόμο της προσφυγιάς μαζί με χιλιάδες Έλληνες, οι οποίοι θα φθάσουν στη μητροπολιτική Ελλάδα. Από το Αϊβαλί της Μικράς Ασίας η νεαρή δασκάλα θα φθάσει στο Λεωνίδιο και από εκεί στα Πελετά, τα οποία κατέχουν περίοπτη θέση στο έργο.

   

Η περιγραφή των τοπίων και του χώρου είναι μοναδική και ο αναγνώστης βλέπει ζωντανά και παραστατικά να αναπηδούν οι εικόνες ενός ειδυλλιακού καταπράσινου τοπίου. Το οροπέδιο του χωριού απλώνεται μπροστά με τα πέτρινα αρχοντόσπιτα, τους αμπελώνες και το πράσινο το δέντρων να κυριαρχούν απ' άκρη σ' άκρη. Το φυσικό κάλλος του τοπίου θα δώσει πολλές φορές τη δυνατότητα στην αφηγήτρια να διακόψει την ευθύγραμμη εξιστόρηση των γεγονότων και μέσω αναδρομικών αφηγήσεων θα παρασυρθεί στην αναπόληση και την ενθύμηση απλών καθημερινών στιγμών χαράς της οικογένειάς της στις Κυδωνίες, πολύ πριν απλωθεί το πέπλο του πολέμου και το στενόχωρο αίσθημα του ξεριζωμού.

 

Το μυθιστόρημα διαπνέεται από την αγάπη της συγγραφέως για τον τόπο μας που λειτουργεί ως πηγή έμπνευσής της. Μέσα από τη συγγραφική πένα της Μαίρης Παναγιώτου αναβιώνει η εικόνα του χωριού μας κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου: οι προετοιμασίες των ντόπιων για τη μετανάστευσή τους στο εξωτερικό αναζητώντας μια καλύτερη τύχη, οι συνήθειες, οι παραδόσεις αλλά και οι προκαταλήψεις του τόπου μας, καθώς και η πατροπαράδοτη παραγωγή του φημισμένου πελετιώτικου κρασιού στα πατητήρια και το γλέντι που ακολουθούσε παρουσιάζονται με ζωντάνια και παραστατικότητα. Επίσης, τα παραδοσιακά μυστήρια του γάμου, της βάπτισης και οι γιορτές που λάμβαναν χώρα μας μεταφέρουν στο κλίμα της εποχής. Τέλος, παρακολουθούμε το χτίσιμο του σχολείου των Πελετών, στο οποίο φοίτησαν και φοιτούν ως τις μέρες μας οι νέοι του χωριού μας. Είναι ο τόπος που όπως πολύ σωστά αναφέρει η συγγραφέας: «θα στεγαζόταν το πνεύμα της μάθησης όλων των μαθητών του χωριού για όσους αιώνες θα υπήρχε το χωριό Πελετά».
  • Η συγγραφέας Μαίρη Παναγιώτου παρουσιάζει το πόνημά της στους παρευρισκομένους.

  

Το βιβλίο καλύπτει μία ιδιαίτερα δύσκολη για την Ελλάδα περίοδο. Η Μικραστιατική Καταστροφή, η άφιξη ενάμιση εκατομμυρίου προσφύγων και οι προσπάθειες αποκατάστασής τους, η παγκόσμια οικονομική κρίση που ξέσπασε το 1928, η δικτατορία της 4ης Αυγούστου, ο ελληνοϊταλικός πόλεμος, η γερμανική κατοχή και ο αδελφοκτόνος εμφύλιος πόλεμος του 45' παρουσιάζονται στον αναγνώστη ενδελεχώς και με μεγάλη επιμέλεια, δίνοντάς του τη δυνατότητα να παρακολουθήσει τις εξελίξεις της εποχής μέσα από τα μάτια της πρωταγωνίστριας. Αποτελεί χρήσιμο ανάγνωσμα για όσους θέλουν να γνωρίσουν τις στιγμές της ιστορίας του τόπου μας κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου. Η καθημερινότητα της εποχής και οι δυσκολίες της αντιμετωπίζονται με πείσμα και θέληση επικαιροποιώντας το βιβλίο, από το οποίο ο αναγνώστης αντλεί χρήσιμα στοιχεία που μπορεί να εφαρμόσει στη ζωή του.

 

  • Στιγμιότυπο από το πλήθος των παρευρισκομένων κατά τη διάρκεια της παρουσίασης του βιβλίου «Φωτεινή, όπως φως».
Άλλωστε, το φιλοσοφικό υπόβαθρο του έργου διαφαίνεται μέσα από τη στάση της πρωταγωνίστριας, της Φωτεινής, η οποία σε πείσμα όλων των αρνητικών συγκυριών παλεύει για την ίδια, για τα αγαπημένα της πρόσωπα αλλά και τους συμπολίτες της δίνοντας μαθήματα αλληλεγγύης. Στο βιβλίο θα συναντήσουμε πολλά χρήσιμα μαθήματα ζωής σχετικά με την υπομονή, τη μοναξιά και τη συντροφικότητα, την αγάπη και την πίστη, πολύτιμα εφόδια σε μια περίοδο που η κοινωνία μας τα έχει περισσότερο ανάγκη από ποτέ.

  

Τέλος, με ευχάριστο τρόπο μεταφερόμαστε μέσα από τις σελίδες του μυθιστορήματος, που στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα, στα Πελετά της εποχής βιώνοντας τις έγνοιες, τις ανησυχίες αλλά και τις χαρές των παππούδων και των γονιών μας.

Η λογοτεχνία -γραπτή και προφορική- αποτελεί διέξοδο έκφρασης της φαντασίας, της δημιουργικότητας, του αυθόρμητου και του συναισθηματικού κόσμου των ανθρώπων. Τα Πελετά αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για συγγραφείς που αποτύπωσαν τις σκέψεις τους, δημιουργώντας λογοτεχνικά κείμενα και αφηγήσεις με κεντρικό θεματικό άξονα το χωριό. Από τις στήλες της εφημερίδος «Κυνουρία», ποιήματα, χρονογραφήματα και ταξιδιωτικές περιηγήσεις πήγασαν από τα τοπία του οροπεδίου των Πελετών, στη σκιά και τις παρυφές της όμορφης και γραφικής βουνοκορφής του Πάρνωνα, της Μαδάρας. Αρκετά χρόνια αργότερα, η συγγραφέας Μαίρη Παναγιώτου, εμπνεόμενη από γεγονότα και στιγμές του παρελθόντος χρόνου του χωριού, συνέγραψε το λογοτεχνικό έργο «Φωτεινή, όπως φως», αναπλάθοντας μυθιστορηματικά γεγονότα μιας αλλοτινής εποχής. Τέλος, υπό την εποπτεία του Συλλόγου εκπονήθηκε το λεύκωμα μαγειρικής «Μαγειρεύοντας στα Πελετά», στο οποίο κάτοικοι του χωριού μαγείρεψαν συνταγές χρησιμοποιώντας τοπικές πρώτες ύλες που μπορούν να αντληθούν από τον πελετιώτικο κάμπο. 

Η επαρχία Κυνουρία ευτύχησε το 1927 να αποκτήσει ένα δημοσιογραφικό όργανο, το οποίο ανέλαβε το ακανθώδες και επίπονο έργο της ανάδειξης των ζωτικών προβλημάτων της περιοχής και των κατοίκων της. Η έκδοση της εφημερίδος «Κυνουρία», έδωσε μία νέα δυναμική στον τόπο επιτελώντας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, δεδομένων και των πενιχρών μέσων της εποχής, το δυσχερές έργο της πληροφόρησης των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής.


  • Η κεφαλίδα της εφημερίδος «Κυνουρία».

Εντούτοις, το πολυσχιδές έργο της «Κυνουρίας» δεν περιορίστηκε μονάχα στην ενημέρωση των πολιτών, αλλά επεκτάθηκε καλύπτοντας λογοτεχνικές και φιλολογικές πτυχές, καθώς μέσα από τα φύλλα της εφημερίδας φιλοξενήθηκαν διαφόρων ειδών λογοτεχνήματα. Χρονογραφήματα, ποιήματα και ταξιδιωτικές περιγραφές κόσμησαν τις στήλες της «Κυνουρίας» προσφέροντας ένα ευχάριστο ανάγνωσμα στους κατοίκους της επαρχίας μας που την επέλεγαν για την ενημέρωσή τους. 

Έτσι, στις λογοτεχνικές στήλες της εφημερίδας, σε διαφορετικές χρονικές περιόδους, ο αναγνώστης εντόπιζε αναφορές στο χωριό των Πελετών, τα οποία αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για τους συγγραφείς που συνεργάστηκαν με την «Κυνουρία».

 

 

Χρονογράφημα

 

Η εφημερίς «Κυνουρία» στο υπ' αριθμόν 190 φύλλο της δημοσίευσε το ακόλουθο χρονογράφημα για τα Πελετά: 

 

Έρωτες στα Πελετά

 

Στα χωριά μας, ο έρωτας, ο φτερωτός αυτός υιός της Αφροδίτης έχει τεθή υπό απηνή καταδίωξιν και όταν δεν συμβαίνει αυτό υφίσταται την λοιδωρίαν και τους ειρωνικούς σαρκασμούς των χωρικών.

 

Ένα πάθημα ενός ερωτευμένου στα Πελετά, δίδει σαφήν εικόνα της αγρίας πρόγκας και των ειρωνικών σχολίων που διαπράττονται εις βάρος παντός επιχειρούντος να εκπορθήση μίαν γυναικείαν καρδιάν, και μάλιστα όταν αυτή είναι σκληρά και απόρθητος.

 

  • Απόκομμα από το χρονογράφημα «Έρωτες στα Πελετά», η πλοκή του οποίου διαδραματίζεται στα Πελετά.

Αλλ' ας αφηγηθώμεν εν συντομία την ιλαροτραγικήν ιστορίαν ενός ατυχούς ερωτευμένου των Πελετών, που το «μυστικό» του ήταν γνωστό σ' όλο το χωριό, χρησιμοποιούντες -εννοείται- φανταστικά ονόματα γιατί δε θέλουμε στο μεγάλο πόνο να προσθέσουμε και τα σαρκαστικά σχόλια της δημοσιότητος.

 

Εκείνος: Βικέντιος! Παιδί της τρίχας με μεράκια και γαβιόλες. Εκείνη: Κατερίνα! Ζουμπουρλούδικη, καμαρωτή, χαμηλοβλεπούσα, διαπαιδαγωγηθείσα εις περιβάλον αρόν εν προσευχή και μετανοία, αφράτη και ξεροψημένη σαν προσφορά.

 

Ο Βικέντιος άναψε και κόρωσε. Βόλτες στο σπήτι, γλυκειές ματιές, ξελιγώματα και ανακαψίλες.

 

– Βρε Κατερίνα, μ' έκαψες! Κατέβα να σου μιλήσω λιγάκι! Μωρή, μην είσαι τόσο ακατάδεχτη...

 

Αυτή, δεν τούδινε καμμιά απάντησι. Του γύριζε τις πλάτες και μονολογούσε:

 

– Ήμαρτον θεέ μου μ' αυτόν τον άνθρωπο!

 

Αυτό το βιολί παιζότανε μήνες τώρα. Εκείνος επιμονή, λίγωμα του ματιού, μεράκωμα, πάθος. Εκείνη πάλι ακατάδεχτη, σκληρή, αδυσώπητη, ήμαρτον θεέ μου.

 

Μια ημέρα έσκασε η μπόμπα. Η Κατερίνα αρρεβωνιάστηκε μ' ένα Σπετσιώτη και ο φίλος μας ο Βικέντιος έμεινε στα κρύα του λουτρού! Το πάθος άναψε περισσότερο. Στριφογύριζε σα χτυπημένο φίδι. Και το παράπονό του το εκμυστηρεύτηκε στην παρέα του. Εκείνοι, γινήκανε έξω φρενών.

 

– Ακους εκεί την παληοβρώμα! Εμείς θα τη διορθώσουμε.

 

Ο ένας πετάχτηκε απάνω κι' έβαλε το σάχτυλο στο κούτελο ότι τάχα τούρθε μια σπουδαία έμπνευσι.

 

– Μωρέ, να την κλέψωμε!

 

Ο Βικέντιος πέταξε από χαρά. 

– Αλήθεια βρε παιδιά... Να με βοηθήστε να την κλέψωμε. Να τη χάση ο Σπετσιώτης...

– Εμείς θα το κανονίσωμε το ζήτημα, είπαν όλοι με μια φωνή. Εσύ θα βάλης ένα κοψίδι κρέας να φάμε κι' αύριο το βράδυ η Κατερίνα θάναι στην αγκαλιά σου.

– Σύμφωνος, φώναξε ο Βικέντιος.

– Σύμφωνοι, απάντησαν εκείνοι.

Την επομένην, αφού φαγώθηκε το κομμάτι το κρέας τη συνοδεία κοκκινελίου υπό τας ευχάς και τας διαχύσεις της παρέας υπέρ ευοδώσεως της ιεράς υποθέσεως, κατεστρώθη και το σχέδιον της απαγωγής το οποίον εννοείται προηγουμένως είχε καταστρώσει η παρέα.

– Το βράδυ που θα σκοτεινιάσει καλά, θα κλέψωμε την Κατερίνα και θα τραβήξωμε για το Κυπαρίσι όπου θα γίνη... η στέψις! Μόλις βγούμε από έξω από το χωριό, θα ρίξωμε δυό συνθηματικές μπιστολιές για να καταλάβη ο Βικέντιος ότι πέτυχε η υπόθεσις και νάρθη να μας συναντήση για να παραλάβη την Κατερίνα!

Έτσι κι έγινε. Το βράδυ αργά, όταν πυχτό απλώθηκε το σκοτάδι στον κάμπο των Πελετών, δυο μπιστολιές ακούστηκαν από μακρυά. Ο Βικέντιος, πετάχτυκε αλαφιασμένος κι' έτρεξε παραπατώντας και σκοντάβοντας στο δρόμο. Η καρδιά του χτύπαγε σαν τούμπανο. Όταν έφτασε την παρέα, μες στο πυκνό σκοτάδι κατώρθωσε να διακρίνη τη σιλουέττα της Κατερίνας που διαμαρτύρετο με ψιλόλιγνη φωνή.

– Αχ, ακλέ πού με πάτε; Αχ, νάχετε το κρίμα!...

Αφού προχώρησαν αρκετά, δύο ώρες ποδαρόδρομο, χωρίς να λένε λέξι για να μην τους ακούση κάνας περαστικός διαβάτης, σταμάτησαν.

– Προχώρησε λίγο εσύ Βικέντιε, του είπαν, γιατί η νύφη είναι ντυμένη με τα καλά της και θέλει ν' αλλάξη για να μην τσαλακωθή!

Εκείνος, επραχώρησε καμμιά εκατοστή μέτρα και περίμενε. Περίμενε, περίμενε για ν' αλλάξη η Κατερίνα, ώσπου έβγαλε την... ιλαρά περιμένοντας!

Τη συνέχεια την καταλαβαίνετε. Οι παληόφιλοι της παρέας με τον αφαλό λυμένο από τα γέλια, τον άφισαν μονάχο και γύρισαν στο χωριό όπου διηγήθηκαν το ιλαροτραγικό πάθημα του δυστυχισμένου ερωτοπαθούς φίλου των. Και η Κατερίνα; Αλλοίμονο, δεν είτανε παρά ένας φίλος της παρέας που είχε φορέσει τα φουστάνια της αδελφής του!...

Καρακοβουνίτης

 

(Κυνουρία 1/10/1935)

 

Ποιήματα

Το χωριό των Πελετών αποτέλεσε θέμα σατιρικών ποιημάτων αρκετές φορές στη διάρκεια της ιστορίας της εφημερίδας με ευχάριστο και διασκεδαστικό τρόπο, όπως φαίνεται και από το ποίημα που δημοσιεύτηκε στο υπ' αριθμόν 187 - 189 φύλλο της Εφημερίδας:

 

Η σάτυρά μας

 

  

Εντυπώσεις

Λοιπόν, καλά επέρασα

τούτο το καλοκαίρι

και επεσκέφθην αρκετά

της Κυνουρίας μέρη.

 

Έφαγα γίδα στου Κοσμά

κι' έμαθα να το τσούζω

και ο Απίκ με μέθυσε

με σκορδαλιά και ούζο.

 

Στην Κουνουπιά παρέμεινα

χορούς γλέντια είδα

και κει ξαναδοκίμασα

καλοψιμένη γίδα.

 

Στα Πελετά μπουζούριασα

στου Ρόζου στου Βουδούρη,

και στου Τζοβάνη πέτυχα

παστίτσο και χουζούρι.

 

Εκείθεν πια ετράβηξα

στας Σπέτσας και βλαστήματα

βρήκα παρέα εκλεκτή

μπάνιο, βουτιές βουτήματα.

 

Μα τώρα όμως που γύρισα

κι' όλα πια τ' απαράτησα

αντί ναρθώ πιο ευτραφής

βρήκα πως... αδυνάτισα!...

  • Δημοσιευθέν σατυρικό ποίημα, τμήμα του οποίου αναφέρεται στο χωριό των Πελετών.
   

 

 Ο Μουστός

(Κυνουρία 16/9/1935)

 

Ταξιδιωτικές Περιηγήσεις

 

Δεν ήταν λίγες οι φορές που στις στήλες της «Κυνουρίας» φιλοξενήθηκαν εκτενείς ταξιδιωτικές περιηγήσεις, με μία από τις πρώτες να αναφέρονται στο χωριό μας. Έτσι, στο φύλλο υπ' αριθμόν 35 διαβάζουμε τα εξής:

 

Ένας περίπατος στην Κυνουρία (Πούληθρα - Κουνουπιά - Μαρί - Πελετά)

 

[...] Στο Μαρί έμεινα δυο ώρες μόνον και εκείθεν ανεχώρησα διά το δίωρον απέχον χωρίον Πελετά.

 

Ο δρόμος προς τα Πελετά, είναι ομαλός και ευχάριστος γιατί περνάει μέσα σε χαριτωμένες δροσερές κοιλάδες και σε απαλόγραμμους λοφίσκους. 

 

Προτού φθάσω στα Πελετά, μπήκα σε μια απέραντη, ομαλή έκτασι, καταπράσινη, που μου έδωσε την εντύπωσι ότι ευρίσκομαι στους κάμπους της Μεσσηνίας. Είναι τα αμπέλια του χωριού, που με το έντονα πράσινο χρώμα τους δίνουν την πιο χαρούμενη και ευχάριστη εντύπωσι, και στη μέση της εκτάσεως ταύτης βρίσκεται το χωριό, με τα καλλιμάρμαρα σπίτια του, φτιαγμένα όλα με καλαισθησία κι ωμορφιά, με τα μπαλκόνια και τους καγκελόφρακτους κήπους των, παρέχοντα την εντύπωσιν Αθηναϊκών σπητιών. Γιατί στα Πελετά διαμένουν πλείστοι εκατομμυριούχοι των πέριξ χωρίων κατά το θέρος, αποκτήσαντες τας περιουσίας των εις την υπερατλαντικήν χώραν της Αμερικής, όπου οι πλείστοι τούτων μετέβησαν. Γι' αυτό και στας συνομιλίας των οι Πελετιώται χρησιμοποιούν πολλάς φράσεις Αγγλικάς, λόγω της πολυετούς των εν Αμερική διαμονής.

 

Οι κάτοικοι, προ ενός έτους ανήγειρον εις το κέντρον του χωρίου, μεγαλοπρεπές, δαπανήσαντες περί το εκατομμύριον, όπερ απέστειλαν οι εν τη ξένη Πελετιώται. Το κτίριον, τούτο, χρησιμεύει δια σχολείον του χωρίου.

 

Τα Πελετά, είναι μεγάλο χωριό κι' έχει 400 - 500 σπήτια με πλείστα καταστήματα όλων των επαγγελμάτων.

 

  • Απόκομμα της ταξιδιωτικής περιήγησης στα χωριά της περιοχής μεταξύ των οποίων και τα Πελετά.
Γύρω - τριγύρω, μια αλυσσίδα ωραίων απαλλόγραμμων λόφων, δίνει ένα χαριτωμένο φόντο στο όμορφο τούτο χωριό, που οι άνδρες του και οι γυναίκες λάμπουν από το ροδοκόκκινο χρώμα της υγείας, γιατί μπορεί να ειπή κανείς ότι τα Πελετά είναι το υγιεινότερο χωριό της Κυνουρίας. Το κουνούπι και τα διάφορα έντομα που τόσο βασανίζουν όλα τα μέρη κατά το θέρος, στο μέρος αυτό είναι τελείως άγνωστα. Γι' αυτό και οι γιατροί έχουν τα μεγαλύτερα... κεσάτια και η επέμβασίς των πραγματοποιείται μόνον όταν το Πελετιώτικο κρασί και τα διάφορα μεζεδάκια του Νταρακλή ενοχλήσουν τον στόμαχον των κατοίκων.

 

  

Οι κάτοικοι των Πελετών διακρίνονται δια το άκρως φιλόξενον πνεύμα των, και πας διερχόμενος εκείθεν καθίσταται αντικείμενον αγώνος τις θα τον φιλοξενήση.

 

Στα Πελετά, καθώς με επληροφόρησεν ο φιλοξενήσας με κ. Τριαντάφυλλος Χρόνης, πρωτεργάτης της ιδρύσεως του ανωτέρω αναφερόμενου σχολείου, πρόκειται να ανεγερθή και καλλιμάρμαρος ναός δαπάναις των εν Αμερική συγχωρίων του, κ' έτσι το χωριό θα καταστή αληθινό σέμνωμα και στόλισμα της Κυνουρίας.

«Μεσσήνιος»

(Κυνουρία 15/4/1929)